Η υπόσχεση για την προίκα είχε δοθεί 150 χρόνια πριν τον Τρωικό Πόλεμο και ίσως οι Αχαιοί την “θυμήθηκαν” και την διεκδίκησαν όταν αισθάνθηκαν έτοιμοι για πόλεμο. Επ’ αυτού υπάρχει και έρευνα του ιστορικού Michael Spencer από το Πανεπιστήμιο του Ιλινόις, αλλά και εκτιμήσεις του καθηγητή Κλασικών Σπουδών Nicholas G. Blackwell, ο οποίος όμως θεωρεί ότι οι Χετταίοι είχαν ίσως λανθασμένη αντίληψη για τον μυκηναϊκό ή αχαϊκό κόσμο της εποχής του 1380 και του 1250 π.Χ.
Στο βιβλίο του αρχαιολόγου και αναπληρωτή καθηγητή στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνου Κοπανιά “Το μυκηναϊκό Αιγαίο μέσα από τα Χεττιτικά κείμενα” (εκδόσεις Ινστιτούτο του Βιβλίου – Καρδαμίτσας) αναφέρονται πολλά και σημαντικά, χωρίς πάντως να διατυπώνεται και απόλυτη βεβαιότητα για τις θέσεις των Χετταίων. Όμως, οι πιθανότητες να τεκμηριώνονται έμμεσα στοιχεία για τον Τρωικό Πόλεμο είναι πολλές, σύμφωνα με τους ειδικούς επιστήμονες.
Τα στοιχεία που αφορούν στον Τρωικό Πόλεμο στηρίζονται στην παραδοχή πολλών ειδικών (ήδη από το 1980) ότι η χώρα που οι Χετταίοι αναφέρουν ως “Αχιγιάβα” ήταν βασίλειο των Αχαιών στο Αιγαίο και στην Μίλητο, ότι το Ίλιον είναι η χεττιτική “Wilusa” με βασιλιά τον Alaksandu, που είναι εκφορά του Αλέξανδρου ή Πάρι και στο ότι ο βασιλιάς Attarissiya των Αχαιών που αναφέρεται από τους Χετταίους ήταν κάποιος Ατρέας ή Ατρείδης.
Ahiyava οι Αχαιοί και Wilusa το Ίλιον
Όμως, ακόμα κι αν όντως τα χεττιτικά κείμενα αναφέρονται στον Τρωικό Πόλεμο, τίθεται άλλο ένα ζήτημα: πόσο έγκυρες ήταν οι πληροφορίες των Χετταίων για τα αίτια του πολέμου και τα γεγονότα που περιγράφουν; Ακόμα και οι ίδιοι γράφουν ότι δεν είναι βέβαιοι για το τι ακριβώς συνέβη στον πόλεμο που μνημονεύουν. Σύμφωνα με τα κείμενα αυτά, η Ahiyava (χώρα των Αχαιών) υπήρξε ένα ενιαίο και ισχυρό βασίλειο όπου σημειώθηκε μια διένεξη που σχετιζόταν με τη Wilusa (Ίλιον/Τροία).
Κι αυτό, επειδή ένας βασιλιάς των Αχιγιάβα (Αχαιών) θέλησε να πάρει επιτέλους την προίκα που δεν είχε δοθεί σε πρόγονό του από τον βασιλιά της Wilusa (Ιλίου) και κατά συνέπεια έπρεπε να εισπραχθεί. Όμως, όπως καταγράφεται το παράπονο των Αχαιών, δεν είναι βέβαιο ότι αφορούσε την αφορμή του Τρωικού Πολέμου και μπορεί να αφορούσε άλλη διένεξη.
Ήταν μια εποχή που οι Έλληνες στο ανατολικό Αιγαίο και στη Μίλητο συστηματικά παρενοχλούσαν τους Χετταίους, οι οποίοι δέσποζαν στη Μικρά Ασία. Το μόνο βέβαιο είναι ότι υπάρχει επιστολή Αχαιού που θέτει στο βασιλιά των Χετταίων ως πρόβλημα την εκκρεμότητα της απόδοσης κάποιων νησιών από προίκα, για γάμο που έγινε πριν από αρκετές γενιές και είχε συμφωνηθεί με τον προ-προπάππο του βασιλιά των Χετταίων Muwatalli B’, ο οποίος έζησε περίπου το 1270 π.Χ. Όμως, δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζουμε με σιγουριά ότι αυτά τα προικώα νησιά συνιστούσαν και το casus belli για τον Τρωικό Πόλεμο.
Κατά συνέπεια δεν αποκλείεται οι Αχαιοί να “θυμήθηκαν” την εκκρεμότητα με τα προικώα 150 χρόνια αργότερα, δηλαδή την εποχή που υπολογίζεται ότι έγινε ο Τρωικός Πόλεμος. Αυτός ο δεκαετής πόλεμος κατά τον Έφορο από την Κύμη έγινε το 1135 π.Χ., κατά τον Σωσίβιο το 1172, κατά τον Ερατοσθένη το 1183 π.Χ., κατά τον Τιμαίο το 1193 π.Χ. και κατά τον Ηρόδοτο το 1250 π.Χ. Ο βασιλιάς των Ελλήνων έγραφε στον βασιλιά των Χετταίων ότι «έπρεπε να λυθεί το θέμα των νησιών που είχε συμφωνηθεί με τον προ-προπάππο του».
Ο Τρωικός Πόλεμος
Ο συγγραφέας Κωνσταντίνος Κοπανιάς θεωρεί περίεργο να ονομάζεται Αλέξανδρος ο βασιλιάς των Τρώων, όμως ο Όμηρος ενώ διαχωρίζει γλωσσικά τους Τρώες από τους συμμάχους τους στην Μικρά Ασία, τους ίδιους τους παρουσιάζει ως ομόγλωσσους και ομόθρησκους των Ελλήνων με κάποιες διαφορές μόνον στα έθιμα, όπως π.χ. στο γάμο, αφού οι Τρώες είχαν πολυγαμία, τουλάχιστον στην αριστοκρατία τους.
Ο συγγραφέας αποδίδει το ελληνικό όνομα στο ότι ίσως ένας γιος ή μια κόρη του τότε Μυκηναίου ηγεμόνα παντρεύτηκε μια κόρη ή έναν γιο, αντίστοιχα, του ηγεμόνα του Ιλίου και έτσι εισήλθε αυτό το όνομα στη βασιλική δυναστεία της Τροίας. Το όνομα πάντως είναι ελληνικό και απαντάται και στην συλλαβική γραμμική Β. Και όπως λέει ο κ. Κοπανιάς το ελληνικό όνομα απαντάται κυρίως ως θηλυκό, δηλαδή Αλεξάνδρα.
Το πρόβλημα που εντοπίζει είναι ότι την εποχή που γράφτηκαν τα χεττιτικά κείμενα, στην χώρα μας είχαμε μόνο την Γραμμική Β, μια γλώσσα και γραφή συλλαβών και στα λιγοστά γραπτά που έχουμε δεν αναφέρονται πουθενά αυτά τα σπουδαία γεγονότα. Από την άλλη, τα γραπτά με την Γραμμική Β είναι ελάχιστα και όσα έχουν διασωθεί αφορούν ουσιαστικά καθαρά οικονομικά στοιχεία.
Τα χεττιτικά κείμενα που αναφέρονται στο βιβλίο περιλαμβάνουν χρονικά, επιστολές και ερωτήσεις βασιλιάδων προς διάφορους θεούς (χρησμούς), αλλά και συνθήκες που δείχνουν στενές διπλωματικές επαφές μεταξύ των ισχυρών βασιλείων της εποχής, όπως το αιγυπτιακό και το ασσυριακό. Αναφέρουν ότι ο βασιλιάς των Αχαιών (Ahiyava) με το όνομα Ατρέας (Attarissiya) κατά τον 14ο αιώνα π.Χ. έκανε πολλές εκστρατείες στη νοτιοδυτική Μικρά Ασία ενώ, ένας άλλος βασιλιάς των Αχαιών, ο Tawagalawa, που έζησε γύρω στο 1250 π.Χ. φαίνεται να ταυτίζεται με το όνομα Ετεοκλής.
Όσον αφορά στην περίοδο του Τρωικού Πολέμου, οι Χετταίοι αναφέρονται σε κάποιον που αποδίδουν το όνομά του ως Πιγιαμαράντου (ίσως στην εξαφανισμένη λουβική γλώσσα της Μικράς Ασίας) και ο οποίος μάλλον ήταν Χετταίος που συμμάχησε με τους Έλληνες. Αυτός παρενοχλούσε συστηματικά τα παράλια και την ενδοχώρα της Μικράς Ασίας και σημείωνε σημαντικές νίκες.
Ιστορικός πυρήνας στον Όμηρο
Οι Χετταίοι γράφουν: «Έδιωξε από το Ίλιον (Wilusa) τον βασιλιά Αλέξανδρο (Alaksandu). Πήγε ως εκεί με τον στρατό του και τον έδιωξε. Τον τρόμαξε και έφυγε; Επαναστάτησαν οι κάτοικοι του Ιλίου και τον έδιωξαν; Δεν γνωρίζουμε. Πάντως, ο Αλέξανδρος ήταν βασιλιάς, υποτελής του Χετταίου ηγεμόνα, είχαν υπογράψει συνθήκη μεταξύ τους, γι’ αυτό και οι Χετταίοι τελικά τον βοήθησαν να ξαναπάρει τον θρόνο».
Ο Έλληνας συγγραφέας σημειώνει ότι «αυτό είναι το πιο κοντινό που έχουμε στον Τρωικό Πόλεμο, αλλά τα πράγματα είναι τελείως ανεστραμμένα. Δηλαδή, έχουμε έναν άνθρωπο με μυκηναϊκό όνομα, τον Αλέξανδρο, ως άρχοντα του Ιλίου (Wilusa) ο οποίος είναι αντίπαλος του Μυκηναίου ηγεμόνα και έχουμε έναν άνθρωπο με λουβικό όνομα (τον Πιγιαμαράντου), ο οποίος είναι υποτελής του Αχαιού ηγεμόνα, που θέτει το Ίλιον υπό τον έλεγχό του –άρα και υπό τον έλεγχο του Αχαιού ηγεμόνα– αλλά στο τέλος ηττάται. Δηλαδή, νικούν οι Χετταίοι που ανακτούν το Ίλιον».
O Πιγιαμαράντου αναφέρεται αλλού ως “τυχοδιώκτης Χετταίος” που έχει μεταπηδήσει στο αχαϊκό βασίλειο και έκανε εκστρατείες για χάρη των Αχαιών βασιλιάδων. Είχε εκστρατεύσει ο ίδιος εναντίον της Λέσβου και του Ιλίου και οι Χιττίτες αρχικά δεν είχαν αντιδράσει, προφασιζόμενοι ασθένεια του ηγεμόνα τους. Ο καθηγητής κ. Κοπανιάς πιστεύει ότι παρά τα ερωτηματικά, το σημαντικό στοιχείο είναι πως «τα χεττιτικά κείμενα όντως επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ενός ιστορικού πυρήνα στα ομηρικά έπη και στη μυθολογία και ότι πρέπει να τα διαβάζουμε με μεγάλο ενδιαφέρον και ιδιαίτερη προσοχή. Όχι ως ιστορικά κείμενα αλλά ως κείμενα που μας προσφέρουν ιστορικές πληροφορίες, τις οποίες όμως πρώτα πρέπει να επιβεβαιώσουμε και από άλλες πηγές, πριν τις υιοθετήσουμε».